Κάποτε γράφαμε για έρωτες που θέλαμε να ζήσουμε, παιδί μου, και για άλλους που ζήσαμε. Τώρα ψάχνουμε να βρούμε τα σημεία που τους θάψαμε, μπας και προλάβουμε να τους επισκεφτούμε ξανά πριν τα τινάξουμε. Αλλά έτσι είναι αυτοί οι γαμημένοι, οι γρήγοροι έρωτες. Έρχονται, σε γρατζουνάνε λίγο, ή σε σκάβουν πολύ και φεύγουν. Και εσύ μαλάκα μου το ίδιο κάνεις απ’ τη μεριά σου. Αρπάζεις και τρως ό,τι βρεις μπροστά σου. Εγωιστής είσαι, όπως όλοι και καλά κάνεις!

Ξέρεις όμως ποιοι είναι οι πιο ύπουλοι έρωτες; Θα σου πω εγώ. Είναι αυτοί που δεν περιμένεις να σου έρθουν. Σκέφτεσαι, είναι καλή φάση, θα περάσω καλά και μετά πάμε γι’ άλλα. Και ξυπνάς το επόμενο πρωινό, 40 χρόνια μετά, είσαι στο μπάνιο σου και ακούς το χριτς χριτς της οδοντόβουρτσάς σου που τρίβει τη μασέλα σου. Το βλέμμα σου είναι βαθιά χαμένο στα συστατικά του κρεμοσάπουνου και ξαφνικά, ακούς ένα δεύτερο χριτς χριτς, από μια άλλη οδοντόβουρτσα, που θωπεύει ήπια μια άλλη μασέλα. Και σε λίγο συνειδητοποιείς πως το δικό σου χριτς χριτς συγχρονίζεται με το άλλο. Σηκώνεις το βλέμμα και κοιτάς τον καθρέπτη. Δίπλα σου βλέπεις αυτή τη γυναίκα που θα ξεπέταγες για δυο μήνες και μετά θα πήγαινες για άλλα. Βλέπεις τη φάτσα της και χαμογελάς, μπροστάζοντας το μοναδικό σου δόντι περήφανα. Βλέπεις τη γυναίκα που σε κάνει να χαμογελάς, να πονάς, να κλαις, να λυπάσαι, να θυμάσαι, να αισθάνεσαι, να ζεις τα τελευταία 40 χρόνια της κατά τα άλλα ήσυχης ζωής σου.

Αν διαβάζοντας το παραπάνω ταυτίζεσαι, βγάλε τη μασέλα σου και χάρισέ της ένα γλωσσόφιλο. Χούφτωσέ της το μαραμένο κωλαράκι και θυμηθείτε μαζί εκείνο το βράδυ που πρώτη φορά, δειλά δειλά, της το έπιασες. Αν πάλι βιάστηκε να “φύγει”, θυμήσου! Θυμήσου όσα περισσότερα μπορείς να θυμηθείς.

Τι ένιωσες διαβάζοντάς το;