Η βρύση στάζει.
Στην ίδια θέση εσύ, όπως θυμάμαι από μικρός.
Το δωμάτιο γιομάτο αναμνήσεις στους τοίχους χτισμένες.
Ακούω τα λόγια σου όπως την πρώτη φορά,
άδειο δοχείο που περιμένει να γεμίσει.

Ότι έζησες το βίωσα.
Πόνεσες εσύ, μαζί κι εγώ.
Κλοτσιά στο πόδι, το σημάδι σου στο σώμα,
το δικό μου στην ψυχή.

Τελευταία φορά δίχως ζωή σ’ αντάμωσα.
Τ’ όνομά μου όμως, με χαμόγελο το πρόφερες.

Για μένα φύτεψες καρπό που φώλιασε και θέριεψε.

Μέσα μου υπάρχεις και τα πανιά φυσάς.
Θωρείς αγέρωχος το πάσο μου,
δίχως κακοτοπιές να αποτρέπεις.
Να μάθω θες κι εγώ.

Η ώρα εκείνη θα’ ρθει, που σιμά σου θα βρεθώ,
ιστορίες ξεχασμένες να μου πεις.

Στο επανιδείν, αγαπημένε Αγαπητέ.

Τι ένιωσες διαβάζοντάς το;