Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Μια από τις αγαπημένες μου μυρωδιές είναι αυτή του γιασεμιού. Από πιτσιρικάς μου άρεσε.
Δυο φορές τη βδομάδα περνάω έξω από ένα σπίτι στη γειτονιά, που έχει ένα γιασεμί, κατάλευκο. Κρέμεται από τα κάγκελα λες και προσπαθεί να ξεφύγει απ’ τους ιδιοκτήτες του, αλλά τα δεσμά του το κρατάνε μέσα. Κάθε φορά που περνάω βιαστικός από εκεί, απολαμβάνω τη μυρωδιά του. Κάποιες φορές θα κόψω και έναν ανθό του, για να την κρατήσω για μερικά βήματα ακόμα.
2001
Βρέθηκα στην πίσω αυλή ενός φιλικού σπιτιού. Ήταν σε ένα από αυτά τα δυσβάσταχτα πάρτι της εποχής. Προσπαθώντας να αποφύγω τη βαβούρα, χωρίς να φανώ τελείως μαλάκας φεύγωντας νωρίς, βρέθηκα στην πίσω αυλή της μονοκατοικίας. Εκεί στον μικρό κήπο ασφυκτιούσαν παρά πολλά γιασεμιά. Θα έλεγα πως όλος ο κήπος ήταν πνιγμένος από δαύτα. Αυτή η αγαπημένη μου μυρωδιά άρχισε να μου προκαλεί δυσφορία. Ενώ σε μια μικρή δόση μου έφτιαχνε τη διάθεση, σε μεγαλύτερη άρχισε να με κατατρώει, να με πνίγει.
Έτσι είναι και ο φόβος
Ξεκινάει αθόρυβα. Σε μικρές δόσεις. Σε γλυκαίνει και σε αφήνει να νομίζεις πως τον έχεις προσπεράσει. Στην πραγματικότητα είναι τόσο μικρός που τον αγνοείς. Αυτή η σύντομη μυρωδιά φόβου, κάθεται στα ρουθούνια σου. Μέχρι να έρθει άλλη μια. Και άλλη μια. Και άλλη μια. Στο τέλος μαζεύονται όλες μαζί και σου βουλώνουν τα ρουθούνια. Τότε αρχίζεις να αναπνέεις απ’ το στόμα. Και τότε ο φόβος μπαίνει από εκεί. Και με τον ίδιο τρόπο μαζεύεται σιγά-σιγά μέχρι να στο βουλώσει και αυτό. Ώσπου στο τέλος σκας!
Φόβος για το αύριο, για το σήμερα, για το αν θα ορθώσεις ανάστημα, για το αν θα σου απαντήσει θετικά στο «σ’ αγαπώ», για το αν πρέπει να μιλήσεις, για το αν πρέπει να κάνεις το επόμενο βήμα. Φόβος πως ο καθρέπτης θα σου απαντήσει στην ερώτηση που του κάνεις κάθε πρωί. Φόβος που τελικά σε κυριεύει, σε ορίζει, σε χειραγωγεί.
Ένας τέτοιος ήρθε στην παρέα μου και σήμερα. Τον κέρασα ουίσκι και καπνό. Και εκείνος μου έκλεισε το μάτι, πριν απ’ το σπίτι μου χαθεί!