Αγαπητό μου ημερολόγιο,

Πέρασαν 673 μέρες* από την τελευταία ανάρτηση σ’ αυτό το ημερολόγιο. Άλλαξα δουλειά, βυθίστηκα -μαζί με τον υπόλοιπο πλανήτη- σε μια πανδημία, κλείστηκα στο σπίτι, κρύφτηκα πίσω από μια μάσκα, ήρθε μια νέα ζωή, έφυγε μια άλλη, ταλανίστηκε μια τρίτη. Αγωνία, νοσοκομεία, θάνατοι. Αλλά και γέλια, αποθέματα αγάπης που δεν ήξερα πως έχω, υπομονή που δεν ήξερα πως έχω, όρεξη που δεν ήξερα πως έχω. Ξεπέρασα τον εαυτό μου σε θέματα που πριν λίγα χρόνια έσφιγγαν ανησυχητικά μια φανταστική θηλιά στο λαιμό, που όμως με έπνιγε αληθινότατα!

Κι όμως, το κενό υπάρχει. Άλλοτε ήξερα πως να το καλύψω, τώρα όχι. Τώρα είναι άγνωστο το πως τρέφεται και μεγαλώνει έτσι. Μήπως έτσι γίνεται; Μήπως δεν χορταίνω με τίποτα; Ο παππούς έλεγε, «Να απλώνεις τα πόδια σου μέχρι εκεί που φτάνει το πάπλωμα». Κάποτε σκεφτόμουν αυτήν τη φράση και μειδιούσα με ικανοποίηση πως την καταλάβαινα. Τώρα νιώθω πως αν την ασπαστώ, σημαίνει πως θα παραμείνω δεμένος, ανίκανος να ξεμυτίσω πέρα απ’ το καβούκι μου. Με το κενό να μεγαλώνει!

Δεν ξέρω πως το βλέπεις εσύ, δεν ξέρω αν με νοιάζει κιόλας, αλλά είναι τρομακτικό, δυο χρόνια σχεδόν, γεμάτα συγκινήσεις και εμπειρίες να σε αφήνουν με μια τρύπα στο στέρνο που μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, κλεισμένο σε ένα δωμάτιο να κοιτάς στα κρυφά τη ζωή απ’ εξω!

*Για να πέρασαν 673 μέρες, μάλλον δεν είσαι και τόσο αγαπητό!

Τι ένιωσες διαβάζοντάς το;