Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Όταν χάνεις κάτι, είτε το αφήνεις χαμένο, είτε κάνεις τα πάντα για να το πάρεις πίσω! Πόσο μάλλον, όταν πρόκειται για τη ζωή σου!
Πόση ώρα κάθεσαι στο πάρκινγκ, ή στη στάση, έξω απ’ τη δουλειά, πριν το πάρεις απόφαση να μπεις μέσα; Εμένα μου παίρνει περίπου 3-4 λεπτά. Μ’ αρέσει αυτή η ησυχία μέσα στο αμάξι, ενώ έξω περνάει κόσμος. Με κάνει να θυμάμαι πως ήμουν και πως θέλω να γίνω. Σβήνω τη μηχανή, κλείνω το ραδιόφωνο και για λίγα λεπτά υπάρχει ένα κενό. Μια σιωπή που δεν ξέρεις από που στο διάολο έρχεται. Για λίγο αισθάνομαι πως αυτή η σιωπή θα με απελευθερώσει! Αλλά αρχ… δεν γίνεται τίποτα.
Ανοίγω την πόρτα και η σιωπή λιώνει μέχρι που εξαφανίζεται. Τα βήματα ως το γραφείο είναι αργά και σε κάθε ένα από αυτά, ψάχνω ένα λόγο που θα με αποτρέψει απ’ το να πάω. Ώρες ώρες παρακαλάω να σκοντάψω και να χτυπήσω. Ή να με σπρώξει κάποιος και να πέσω. Ή να βρω το θάρρος να μπω πάλι στο αμάξι και να φύγω θεαματικά, ακούγοντας ένα vigilante soundtrack στο ράδιο!
20:01
Μια τυχαία playlist με σαβούρες αποφάσισε να πέσει πάνω σε ένα ελληνικό διαμάντι. Σίγουρα αυτό το ομώνυμο κομμάτι θα ήταν ό,τι πρέπει για τη διαφυγή που ανέφερα προηγουμένως.
Πόσο δειλός μπορεί να είμαι όταν ξέρω όλα όσα μου φταίνε, αλλά δεν κάνω το βήμα της αλλαγής; Δικαιολογίες και εμπόδια εμφανίζω άφθονα μπροστά μου, με το φόβο του ρίσκου να πρωτοστατεί! Έχω ζαλίσει άπειρες φορές τον εαυτό μου με έναν τέτοιο διάλογο. Αυτό δε με νοιάζει. Τώρα ζαλίζω και εσένα που το διαβάζεις. Ούτε αυτό με νοιάζει. Το μόνο που με νοιάζει είναι να μην φτάσω να κάνω αυτή τη συζήτηση με τον καθρέπτη μου, κοιτώντας ένα γέρικο, ζαρωμένο πρόσωπο, με μια φλόγα στα μάτια του που τρεμοσβήνει.